"ίμεροι"
από τον Ηλία Σιμόπουλο
Με τον τίτλο «ίμεροι» κυκλοφόρησε στις αρχές Μάη 2012 από τις Αρκαδικές εκδόσεις «Επιλογή», η νέα ποιητική συλλογή του μεγάλου Αρκά ποιητή Ηλία Σιμόπουλου.
«Ο έρωτας, η ορμή του ονείρου, δεν θα μπορούσε να αφήσει ανεπηρέαστο και ασυγκίνητο» έναν μεγάλο ποιητή, όπως είναι ο Ηλίας Σιμόπουλος. Κι όπως ο ίδιος συμπληρώνει στο εισαγωγικό σημείωμα της έκδοσης, «μόνο η τέχνη, η αληθινή ποίηση είναι που ανυψώνει το βίαιο σαρκικό ρίγος, στην πιο υψηλή συγκινησιακή και πνευματική κορυφή».
Είναι αυτή η ποιητική συλλογή, υπέρτατος ύμνος στην αιώνια γυναίκα, αλλά και στον πυρίδρομο και λυσιμελή, έρωτα.
Γραμμένη κάθε λέξη με τη «γλώσσα της καρδιάς», η ποιητική συλλογή του Ηλία Σιμόπουλου ανοίγει τις «πόρτες της αθανασίας» και μας οδηγεί ίσια, προς «το περιβόλι» με «το δάσος των πουλιών» όπου απλόχερα προσφέρεται «ο καρπός που αθανατίζει». Όπου «καρφιά και άστρα» ορίζουν το δρόμο…
Είναι «το πιο ωραίο ποίημα». Ο «χαιρετισμός» «της αγαπημένης». Η θύμηση «στην αλησμόνητη». «Η χορδή» που αρπίζει «το άρωμα του έρωτα».
Τέλος είναι, αυτή η ποιητική συλλογή, χοές στη «μνήμη και αγάπη» της γυναίκας που συντρόφεψε στη ζωή τον ποιητή, της μούσας που τον ενέπνευσε και που μόλις λίγους μήνες πριν, τον άφησε πίσω μισό, για να διαβεί μόνη -το άλλο του μισό- τις όχθες του Αχέροντα…
«Αν δεν υπήρχες δε θα είχα γεννηθεί / αγαπημένη. Δε θα ψιθύριζαν ποτέ / τα χείλη μου τούτη τη λέξη αν δεν υπήρχες.
Μες στα σκοτάδια, μες στην έρημο / της μοναξιάς θα βυθιζόμουνα χωρίς /το γέλιο σου που γεφυρώνει, τις αβύσσους.
Πριν γεννηθείς το φωτεινό σου πρόσωπο / μες στην καρδιά μου είχε χαραχτεί βαθιά / και σε περίμενα. Στο κάθε χτύπημα / της πόρτας έτρεχα να σ’ ανοίξω, το ’ξερα / χωρίς εσένα δεν θα είχα γεννηθεί / δε θα υπήρχε κόσμος, δε θα μάθαινα / ποτέ να τραγουδώ χωρίς εσένα.
Κι όταν σ’ αντίκρισα πρώτη φορά / έλαμπε ο ήλιος, άνθιζαν οι αμυγδαλιές / στα περιβόλια, χύνονταν μες στην καρδιά μας / το άρωμα της πρώτης ηλικίας. Δεν είπες λέξη / μόνο μου ’δωσες το χέρι σου μ’ εμπιστοσύνη / ήξερες στ’ αλήθεια τι ήσουνα για μένα. Έζησες / πριν γνωριστούμε τόσα χρόνια στ’ όνειρό μου / αγαπημένη.»
Γραμμένη κάθε λέξη με τη «γλώσσα της καρδιάς», η ποιητική συλλογή του Ηλία Σιμόπουλου ανοίγει τις «πόρτες της αθανασίας» και μας οδηγεί ίσια, προς «το περιβόλι» με «το δάσος των πουλιών» όπου απλόχερα προσφέρεται «ο καρπός που αθανατίζει». Όπου «καρφιά και άστρα» ορίζουν το δρόμο…
Είναι «το πιο ωραίο ποίημα». Ο «χαιρετισμός» «της αγαπημένης». Η θύμηση «στην αλησμόνητη». «Η χορδή» που αρπίζει «το άρωμα του έρωτα».
Τέλος είναι, αυτή η ποιητική συλλογή, χοές στη «μνήμη και αγάπη» της γυναίκας που συντρόφεψε στη ζωή τον ποιητή, της μούσας που τον ενέπνευσε και που μόλις λίγους μήνες πριν, τον άφησε πίσω μισό, για να διαβεί μόνη -το άλλο του μισό- τις όχθες του Αχέροντα…
«Αν δεν υπήρχες δε θα είχα γεννηθεί / αγαπημένη. Δε θα ψιθύριζαν ποτέ / τα χείλη μου τούτη τη λέξη αν δεν υπήρχες.
Μες στα σκοτάδια, μες στην έρημο / της μοναξιάς θα βυθιζόμουνα χωρίς /το γέλιο σου που γεφυρώνει, τις αβύσσους.
Πριν γεννηθείς το φωτεινό σου πρόσωπο / μες στην καρδιά μου είχε χαραχτεί βαθιά / και σε περίμενα. Στο κάθε χτύπημα / της πόρτας έτρεχα να σ’ ανοίξω, το ’ξερα / χωρίς εσένα δεν θα είχα γεννηθεί / δε θα υπήρχε κόσμος, δε θα μάθαινα / ποτέ να τραγουδώ χωρίς εσένα.
Κι όταν σ’ αντίκρισα πρώτη φορά / έλαμπε ο ήλιος, άνθιζαν οι αμυγδαλιές / στα περιβόλια, χύνονταν μες στην καρδιά μας / το άρωμα της πρώτης ηλικίας. Δεν είπες λέξη / μόνο μου ’δωσες το χέρι σου μ’ εμπιστοσύνη / ήξερες στ’ αλήθεια τι ήσουνα για μένα. Έζησες / πριν γνωριστούμε τόσα χρόνια στ’ όνειρό μου / αγαπημένη.»
Με τους «ίμερους» του Ηλία Σιμόπουλου, οι Αρκαδικές εκδόσεις «ΕΠΙΛΟΓΗ» απαντούν στην καθολική κρίση που μαστίζει τον τόπο μας. Είναι μια πράξη ηρωισμού. Μια πράξη αντίστασης στον άκρατο νεοφιλελευθερισμό και στη δικτατορία της ύλης, όπου μια κοινωνία θεωρείται ευτυχισμένη όταν ευημερούν οι αριθμοί.
Και είναι για μια ακόμα φορά μπροστάρης ο Ηλίας Σιμόπουλος. Για μια ακόμα φορά, με ένα αιώνα ζωής και ογδόντα χρόνια αδιάλειπτης προσφοράς στα ελληνικά γράμματα, στέκεται όρθιος απέναντι στα τέρατα που ζητάνε να μας καταπιούν, με την τέχνη του. Την ποίηση.
Μακάρι οι σύγχρονοι διανοητές, ποιητές, λογοτέχνες και πνευματικοί άνθρωποι της πατρίδας μας να συλλάβουν τα κύματα που δονούν την ψυχή του Ηλία Σιμόπουλου και να ακολουθήσουν το παράδειγμά του. Το έχει ανάγκη ο λαός και ο τόπος τούτη τη δύσκολη, την ύστατη ίσως, ώρα. Η παρακμή αντιμετωπίζεται με τέχνη που οραματίζεται, με πολιτισμό που δίνει ποιότητα στη ζωή…
Ι. Γ. ΑΣΗΜΑΚΟΠΟΥΛΟΣ
_________________________________
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου